Σάββατο 19 Αυγούστου 2017

ΤΟ ΞΩΚΛΗΣΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ

Το μήνα Ιούνιο του 2011 περατώθηκε το κτίσιμο της ωραιότατης εκκλησίας του  Αγίου Στεφάνου σε αντικατάσταση της παλαιάς που ήταν μικρός και πρόχειρος ναός και ήταν αφιερωμένος στον Πρωτομάρτυρα  σε ένδειξη παραλιρισμού της μαρτυρίας του δια λιθοβολισμού, που πανόμοια δεινά και μαρτύρια υπέφεραν οι Έλληνες Χριστιανοί από τους Τούρκους τον 18ο αιώνα.
Εκτός από ένα μικρό παρεκκλήσιο που ευρίσκεται στη περιοχή Πάχνας, η Ορθόδοξη εκκλησία του Αγίου Στεφάνου στη Λέμπα που είναι αφιερωμένη στον Πρωτομάρτυρα, είναι  η μοναδική στην Κύπρο.
Η εκκλησία του Αγίου Στεφάνου λαμπρός ναός, πέρα από την λατρευτική του σημερινή λειτουργία  που ξανακτίστηκε μεγαλύτερη κατά το δυνατόν ώστε να χωρεί περισσότερους πιστούς, έχει να επιδείξει μια ενδιαφέρουσα ιστορία από την κατασκευή του ως πρόχειρου υποστέγου μέχρι την σημερινή μορφή την μεγαλόπρεπη και πανθαύμαστη.
Μεταξύ 1850 και 1880, ο μεγάλος τσιφλικάς της περιοχής Σάββας  Νικολαϊδης είχε μεγαλη περιουσία στην περιοχή της Λέμπας και μέσα σ αυτήν υπήρχε ένα υπόστεγο που το χρησιμοποιούσε σαν αποθήκη. Αυτόν το χώρο διάφοροι περαστικοί και ντόπιοι πιστοί το χρησιμοποιούσαν ως λατρευτικό χώρο για να τιμούν τον Άγιο Στέφανο, οπότε αυτός σε μια κρίση πίστεως το έκτισε και το μετέτρεψε σε πρόχειρο εκκλησάκι και το δώρισε στην εκκλησία και στους πιστούς.
Με την πάροδο των χρόνων, ύστερα από την εγκατάλειψη του χωριού από τους Τούρκους και την εγκατάσταση σ αυτό Χριστιανών Ελλήνων, το εκκλησάκι λειτούργησε πλήρως ως εκκλησία των πιστών. Στους σημερινούς καιρούς που ο κόσμος στράφηκε ξανά προς τη θρησκεία θέλοντας ίσως αποκούμπι στους δύσκολους οικονομικούς και πολιτικούς καιρούς που διερχόμεθα, δεν χωρούσε το μικρό εκκλησάκι όλους τους πιστούς, οπότε μερικοί προοδευτικοί άνθρωποι κάτοικοι της Λέμπας πρόσφυγες που έτυχε να είναι επίτροποι τους καιρούς που χρειάστηκε να μεγαλώσει η εκκλησία, δεν δίστασαν να προβούν στο μεγάλο εγχείρημα, να ξανακτίσουν εκ βάθρων, και να θεμελιώσουν την μεγαλύτερη σε μέγεθος εκκλησία στην σημερινή της μορφή. Πρόκειται για τους Παπαχαράλαμπο Παπαντωνίου (Παπάχαμπης) από τη Χλώρακα, Ανδρέα Λ. Καμπανέλα, Λοϊζο Λοϊζου, Μωϋση Σεραφείμ αμφότεροι από το Πατρίκι Αμμοχώστου, Νεκτάριο Σιδηρόπουλο από την Ελλάδα και τον Βαρνάβα Α. Βαρνάβα από τα Κάτω Βαρώσια. Με πενιχρά οικονομικά μέσα σε δύσκολους οικονομικούς καιρούς, η σημερινή εκκλησιαστική επιτροπή με τους Παπασταύρο Λεωνίδα, Λοϊζο Λοϊζου, Μωυσή Σεραφείμ, Νίκο και Κούλλα Όψιμου και Νεόφυτο Χαραλάμπους, κατάφεραν να μαζέψουν μεγάλο μέρος από το ποσό των χρημάτων που χρειάστηκε, καθώς και δάνειο  που σύναψαν για την περάτωση ναού του θαυματουργού Αγίου.

Όλη η ιστορία για τον Άγιο Στέφανο της Λέμπας
Δεν ήταν ένας παράνομος ληστής, αλλά χειρότερος. Νευρικός, αιμοβόρος, έλεγαν ήταν τρελός και πολλοί τον φοβούνταν.
Ήταν τοσο μπαμπέσης ψεύτης και πανούργος, που άλλος ληστής δεν τον εμπιστευόταν, ήταν ο λόγος που δεν ειχε φτιάξει συμμορία…
Ήταν μέτριος στο ανάστημα, αλλά στα χαρακτηριστικά του φαινόταν η μεγάλη σκληράδα του. Γεννήθηκε στο χωριό της Λέμπας κατά το 1850 και ήταν στα άλμπουρα της νιότης του την εποχή που οι Μωαμεθανοί Τούρκοι παρέδωσαν την Κύπρο στους Άγγλους. Ισχυριζόταν ότι ο προπάππους του ήταν Καδής και έλεγε πολλές ιστορίες όταν οι πρόγονοι του ήταν αφέντες των Ελλήνων. Χαιρόταν που ήταν κατακτητής και ευχαριστιόταν να καταπιέζει τους αδύνατους και ανυπεράσπιστους Χριστιανούς χωρικούς που σαν υπόδουλοι δεν μπορούσαν να σηκώσουν το ανάστημα τους και να του αντισταθούν.
Υπό την ανοχή των νέων κατακτητών συνέχισε να τους ενοχλεί και  προέβαινε σε κακές ενέργειες εναντίον τους, τους καταπίεζε και τους λήστευε.
Αυτό συνέβαινε για χρόνια ώσπου γέρασε, δεν μπορούσε πλέον να κάμνει τον καμπόσο. Έκατσε στα βραστά του, αλλά όποτε περνούσε έξω από το εκκλησάκι έφτυνε περιφρονητικά. Οι διηγήσεις ανάμεσα των Ελλήνων για την κακία του, ήταν καθημερινές κουβέντες μέσα στα καφενεια. Ήταν ιστορίες που έδειχναν το μεγάλο μίσος που είχε ενάντια στους Χριστιανούς, και πόσο ήταν σκληρή η καρδιά του. Τις διηγιόντουσαν, και ήσαν σίγουροι ότι καποια φορά σε αυτή τη ζωή, ή την άλλη, θα τον εύρισκε τιμωρία από τον Θεό…

Στα τέλη του αιώνα ορισμένοι Έλληνες Χριστιανοί μπόρεσαν και προόδευσαν, απέκτησαν πλούτη και περιουσίες, ένας από αυτους κατοίκησε στα ανατολικά της Λέμπας, είχε εκεί ένα τσιφλίκι και είχε κτισμένο σ αυτό το εξοχικό του καθώς και  αλλά υποστατικά, όπως αποθήκες και διάφορα κτίρια. Ήταν ένα αγρόκτημα που είχε εκταση 140 σκάλες, είχε 300 τερατσιές, αμέτρητες αθασιές και κάμποσες συκαμινιές. Ήταν ιδιοκτησία της οικογένειας Σάββα Νικολαίδη που κατοικούσαν στην πόλη της Πάφου. Ήσαν εύποροι, είχαν πολλά ιδιόκτητα καταστήματα  που  νοίκιαζαν σε άλλους έχοντας με αυτό τον τρόπο μεγάλο εισόδημα. Είχαν επίσης μεγάλο εισόδημα από το αγρόκτημα το οποιον εκμίσθωσαν σε μια φτωχή οικογένεια από την Εμπα, του Σπύρου Χριστόδουλου Φαρφαρά, που είχε σύζυγο την Πολυξένη, και έκαμαν παιδιά τους Γεώργιο Σπύρου Οξεία, τον Χριστόδουλο, την Σοφία (αργότερα Τριανταφίλλη), τον Σάββα Σπύρου, και την Βαρβαρού (αργότερα Χαραλάμπους Μαύρου). Η συμφωνία τους ηταν όλα τα έξοδα και κόπους να τα επιβαρύνεται αυτή η οικογένεια και τα έσοδα να τα μοιράζονται. Υπήρχαν στο αγρόκτημα δυο λάκκοι με ξύλινα αλακάτια, υπήρχε και ένας μεγάλος ανεμόμυλος έτσι  που το νερό ήταν μπόλικο ωστε να ποτίζονται όλα τα χωράφια στο αγρόκτημα .
Σε μια άκρια του τσιφλικιού που περνούσε ο αμαξητός δρόμος, ήταν μια αποθήκη με ξύλινη σκεπή, όπου καμιά φορά σταματούσαν οι περαστικοί να προφυλαχτούν σαν έβρεχε. Ένας διαβάτης κάποτε, είπε ότι είδε στο όραμα του τον Άγιο Στέφανο να του λέει ότι ήθελε την μικρη αποθήκη για εκκλησιά του, αυτό διεδώθη, έτσι αρχίνισαν και πήγαιναν πολλοι προσκυνητές Τούρκοι και Ρωμιοί, να προσευχηθούν και να ανάψουν και κανένα κερί. Κατά το 1900 περίπου, ο Σάββας Νικολαίδης ο ιδιοκτήτης, έκτισε ένα μικρό ιερό και μια αγία τράπεζα στην αποθήκη, κατασκεύασε έτσι το εκκλησάκι του Αγίου Στεφάνου.
Πάντα οι άνθρωποι εχουν την ανάγκη να εχουν ένα στήριγμα και πολύ περισσότερο όταν εχουν δυσκολίες, έτσι βρίσκουν πάντα αποκούμπι στο Θεό. Τες εποχές που οι Κύπριοι ήσαν υπόδουλοι στους Τούρκους και ύστερα των Άγγλων, η ζωή τους ήταν δύσκολη και ανυπόφορη, η καταπίεση μεγαλη, έβρισκαν μονο στήριγμα στο Θεό. Ο Άγιος Στέφανος ήταν ένας Μάρτυρας που μαρτύρησε υπέρ του Θεού με τον χειρότερο θάνατο του λιθοβολισμού, ήταν γι αυτό που οι κάτοικοι της περιοχής της Χλώρακας, της Έμπας, και όλων των άλλων παρακείμενων χωριών, ένιωθαν τη πίστη τους να τους οδηγεί σ αυτόν, είχαν και αυτοί μια μαρτυρική και υστερημένη ζωή ένεκα της υποδούλωσης τους. Έτσι θεωρούσαν το εκκλησάκι του Αγίου Στεφάνου πιο δικό τους παρά άλλες εκκλησιές, ένιωθαν να υπάρχει μια σύνδεση αναμεταξύ τους και του Αγίου. Έλπιζαν σε αυτόν, εύρισκαν παρηγοριά σε αυτόν, ώστε να αντέχουν και να καρτερούν για καλύτερες ημέρες. Έλπιζαν ακόμα ο άπιστος Τούρκος που όποτε περνούσε έξω από το εκκλησάκι έφτυνε περιφρονητικά, να έβρισκε μεγαλη τιμωρία από τον ίδιο τον Άγιο Στέφανο.
Άγνωσται όμως αι βουλαί του Θεού, όταν τα χρόνια πέρασαν, ο άπιστος γέρασε και κανείς πλέον δεν έλπιζε να τιμωρηθεί, η μεγαλη κακία και το απύθμενο μίσος που είχε ενάντια στους Χριστιανούς τον οδήγησαν μια μέρα σε μια αποτρόπαιη πράξη, πήγε μες την εκκλησιά του Αγίου Στεφάνου και με ένα μυτερό μαχαίρι έβγαλε τα μάτια του Αγίου. Κανένας δεν τον είδε, πολλοί σκέφτηκαν ότι ήταν αυτός, αλλά δεν υπήρχαν μαρτυρίες για να τιμωρηθεί. Είναι όμως περιστατικά που συμβαίνουν κάποτε που οδηγούν τους πιστους να πιστεύουν περισσότερο στο Θεό,  είναι τα Θαύματα που γίνονται, κάποτε για επιβράβευση του δίκαιου, κάποτε για τιμωρία του άδικου…
… Ύστερα από λίγες μέρες ο άπιστος χάθηκε από πρόσωπου γης, οι συγγενείς του κατήγγειλαν το γεγονός στην αστυνομία η οποία άρχισε ανακρίσεις μεταξύ των Ελλήνων για να βρουν τους ενόχους για την εξαφάνιση του.
Ύστερα από κάμποσες μέρες βρέθηκε το πτώμα του από Τούρκο βοσκό στον Ακόμα, στην περιοχή που βρίσκεται το χωριό Ινια. Κανείς δεν ήξερε πως ευρέθη εκεί, τον έπιασε η καρδιά του είπαν μερικοί, άφησε την τελευταία του πνοή εκεί. Ήταν ένα κουφάρι πεθαμένου με φρικιαστικό πρόσωπο που φάνταζε ανατριχιαστικό, με δυο μεγάλες μαύρες τρύπες αντί για μάτια. Δεν είχε μάτια, τα είχαν φάει τα μυρμήγκια και οι σφήκες, ήταν σίγουρο ότι τον σημάδεψε ο Άγιος Στέφανος.

Υ.Γ. Πέρασαν κάμποσα χρόνια, το 1963 ήταν η χρονιά που αρχίνισαν οι φασαρίες μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων της Κύπρου, που είχαν τελική κατάληξη την κατάληψη της μισής μας πατρίδας από τους Τούρκους. Ήταν φασαρίες που τις δημιουργούσαν οι Τουρκοκύπριοι επί σκοπού θέλοντας να δημιουργήσουν αντιπαραθέσεις αναμεταξύ των δυο λαών, ώστε να έχει δικαιολογία η Τουρκία να εισβάλει στην Κύπρο. Δίπλα στον Άγιο Στέφανο ήταν κτισμένη μια παράγκα που κατοικούσε μια οικογένεια Τούρκων με τρία αρσενικά παιδιά. Συνήθιζαν τα Τουρκάκια αυτά πολύ συχνά να μπαίνουν στο μικρό εκκλησάκι και να κάνουν ασχημίες. Μια τέτοια φορά, αφου λέρωσαν την εκκλησία, ο ένας τους με το σουγιά του έγδαρε το μάτι του Αγίου. Εκείνη την ωρα μπήκαν από την πόρτα Έλληνες προσκυνητές και τους είδαν επ αυτοφώρω, αυτοί φοβήθηκαν και έτρεξαν έξω. Υπήρχε ένας πετρότοιχος που χώριζε την αυλή του Αγίου και τον αμαξητό δρόμο που ήταν στην νια μεριά του ξωκλησιού. Πετάχτηκαν τα Τουρκιά τον τοίχο, εκείνη την στιγμή περνούσε αυτοκίνητο, πάτησε τον έναν και τον άφησε νεκρό στον τόπο. Στες τέσσερις πέντε μέρες το άλλο Τουρκάκι βρέθηκε πυροβολημένος και πεθαμένος σε ένα χωράφι πιο πανω από το εκκλησάκι προς τη μεριά της Έμπας. Ύστερα από άλλες τόσες περίπου μέρες, το τρίτο Τουρκί, ένα πρωινό πήγε για μπάνιο στη θάλασσα σ ένα μέρος κάτω της Λέμπας, στην περιοχή Κοτσιάς. Ήρθε το Βράδυ, νύχτωσε καλά, δεν φάνηκε να γυρίζει πίσω. Ανήσυχοι οι γονιοί του, άρχισαν να τον ψάχνουν, ειδοποιήθηκε η αστυνομία, όλοι οι Τούρκοι κάτοικοι της Λέμπας και όλοι οι Χριστιανοί από την Χλώρακα, βγήκαν σε αναζήτηση του. Ύστερα από λίγες μέρες βρέθηκε το πτώμα του ξεβρασμένο στην θάλασσα του Ακάμα, ήταν πνιγμένος, και χωρίς το ένα του μάτι. Του το είχαν φάει οι φτίρες της θάλασσας και τα κοράκια. Ήταν το Τουρκάκι που είχε γδάρει το μάτι του Αγίου Στεφάνου.

Ένας πατέρας διηγείται
Ήταν αργά βράδυ 26 Δεκεμβρίου 1998 όταν  η τότε οκτάχρονη κόρη μου καθόταν στον καναπέ και μου είπε «Παπά νομίζω ότι κατάπια  5 cent» . Αμέσως εμείς πήραμε την παιδίατρο μας  και μας είπε «Μην φοβάστε το μωρό μέχρι αύριο το πρωί  θα τα αποβάλει». Μετά πήγαμε για ύπνο αλλά χωρίς βέβαια να κοιμηθούμε από την ανησυχία μας και το πρωί  στις  27 Δεκεμβρίου ημέρα Κυριακή, ξεκινήσαμε από Λευκωσία για την Λάρνακα για να επισκεφτούμε  φίλο μας γιατρό  τον οποίο ενημερώσαμε για το πρόβλημα και ήθελε να την δει προσωπικά. Μέχρι να φτάσουμε στην λάρνακα ο γιατρός διευθέτησε  ραντεβού με ακτινολόγο  για  ακτινογραφίες. Οι ακτινογραφίες έδειξαν ότι το κέρμα βρισκόταν σε τρομερά επικίνδυνο σημείο  και μπορούσε να προκαλέσει απόφραξη. Αμέσως  άρχισε ο γιατρός  τα τηλεφωνήματα για να βρεθεί κατάλληλος γιατρός  γαστρεντερολόγος, πράγμα δύσκολο λόγο εορτών και αργιών.
Μετά από αρκετές προσπάθειες βρέθηκε γιατρός σε ιδιωτικό νοσοκομείο της Λευκωσίας. Στο νοσοκομείο ο γιατρός μας εξήγησε ότι  θα κατέβαζε από το στόμα ιδικό σύρμα με δίκτυ με το οποίο θα έβγαζε  το κέρμα τραβώντας το  προς τα έξω. Μας ενημέρωσε ότι η διαδικασία αυτή κρατά απο 20 λεπτά μέχρι  το αργότερο μισή ώρα. ’Έτσι, περιμέναμε έξω από το χειρουργείο με αγωνία. Τα λεπτά περνούσαν, ξεπεράσαμε την μισή ώρα. Τα 45 λεπτά, την 1 ώρα, και η ανησυχία και η αγωνία μας ολοένα  και μεγάλωνε. Στην 1 ώρα και 10 λεπτά βγαίνει μια νοσοκόμα από το χειρουργείο κάνοντας το σταυρό της. Αμέσως πήγα προς το μέρος της και μου είπε ότι το κέρμα γλιστρά και δεν τραβιέται και ότι θα δοκιμάσει ακόμα μια φορά και αν δεν βγει θα προχωρήσουμε με μεγαλη εγχείρηση στο θώρακα για να βγει χειρουργικώς. Μου είπε σήμερα είναι του Αγίου Στεφάνου και βαλε και εσύ το σταυρό σου και παρακάλεσε τον Άγιο να βοηθήσει το γιατρό να το βγάλει χωρίς  να χρειαστεί εγχείρηση.  Έβαλα το σταυρό μου, παρακάλεσα το Άγιο και αμέσως μετά άκουσα το γιατρό να φωνάζει ότι το έβγαλε.  Τότε όλοι μας στην οικογένεια βάλαμε το σταυρό μας και ευχαριστήσαμε το Άγιο Στέφανο που βοήθησε το γιατρό και το μωρό μας.
Τις επόμενες μέρες ψάχναμε να βρούμε εκκλησία του Αγίου Στεφάνου για να πάμε για προσκύνημα. Μάθαμε ότι η μόνη εκκλησία που υπάρχει στην Κύπρο ήταν στο χωριό Λέμπα της Πάφου  για το οποίο χωριό πρώτη φορά ακούαμε. Είχαμε συμφωνήσει ότι θα πηγαίναμε αμέσως μετά την επιστροφή μου από ένα επαγγελματικό ταξίδι στη Βιέννη. Στη Βιέννη είχα κλείσει ξενοδοχείο με μονο κριτήριο να είναι κεντρικό.  Έφτασα στη Βιέννη αργά το βράδυ πήγα αμέσως στο ξενοδοχείο για ύπνο και το επόμενο πρωί ανακάλυψα με μεγάλη έκπληξη ότι  το ξενοδοχείο  βρισκόταν λιγότερο  από 100 μέτρα μακριά από μια μεγάλη και επιβλητική εκκλησία του Αγίου Στεφάνου .
Επιστρέφοντας στην Κύπρο πήγα στην Πάφο για επαγγελματικούς  λόγους  και για να ψάξω να βρω την Λέμπα και την εκκλησία του Αγίου Στεφάνου. Στο πρώτο μου επαγγελματικό ραντεβού σε  γνωστό ξενοδοχείο της πόλης ρώτησα τον διευθυντή αν ξέρει που είναι  η Λέμπα και η εκκλησία του Αγίου Στεφάνου. Αυτός χαμογέλασε και πήρε τηλέφωνο να φωνάξουν στο γραφείο του τον Πάτερ Χαράλαμπο ο οποίος ήταν ο ιερέας της εκκλησίας του Αγίου Στεφάνου και ο οποίος βρισκόταν εκεί λόγο κάποιας συνεργασίας του με το ξενοδοχείο.
Ήταν η δεύτερη συγκυρία που με οδήγησε χωρίς κανένα ιδιαίτερο πρόβλημα να βρω εκκλησία του Αγίου Στεφάνου. Από τότε αρχές του 1999 και κάθε χρόνο στην ημέρα του Αγίου βρισκόμαστε στη Λέμπα για να δοξάσουμε τον Άγιο… (Χάρης)

Ένα άλλο θαύμα του Αγίου Στεφάνου της Λέμπας
 Μια οικογένεια από τη Λάρνακα που είχαν ένα μικρό γιο με σοβαρό πρόβλημα υγείας από γεννησιμιού του, δεν μπορούσε να μιλήσει καθαρά αλλά μασσά, μη βρίσκοντας γιατρειά στους γιατρούς, στράφηκαν προς το Θεό και ζήτησαν τη βοήθεια του Αγίου Στεφάνου τον οποίο ονειρεύτηκε τη μορφή του στον ύπνο του ο μικρός ασθενής. Από την περιγραφή με νοήματα, τους έδειξε και κατάλαβαν ότι εννοούσε τον Άγιο Στέφανο, έτσι με μεγαλη πίστη οι γονείς ρώτησαν τους επιτρόπους της εκκλησιαστικής τους ενορίας πού υπάρχει εκκλησία αφιερωμένη στον Άγιο Στέφανο. Κάποιος από τους επιτρόπους έτυχε να ξέρει, και τους εξήγησε ότι μονο στην Πάφο υπάρχει.
Ξεκίνησαν για την Πάφο, και φτάνοντας πήραν  τον παραλιακό δρόμο προς στον Κόλπο των Κοραλλίων. Έτυχε και δεν συνάντησαν κάποιον να τους εξηγήσει, ίσως γιατί ήταν αργία, έτσι έτυχε, έτσι αυτοί τριγυρνώντας προσπάθησαν να το βρουν μόνοι τους. Ύστερα από κάμποση ωρα μη μπορώντας να το ανακαλύψουν, αποφάσισαν να επιστρέψουν στη Λάρνακα παίρνοντας ένα άλλο δρόμο. Αφου προχώρησαν, προσπέρασαν το ξωκλήσι χωρίς να το δουν, οπότε ο μικρός βρίσκοντας τη ξαφνικά τη μιλιά του, άρχισε να φωνάζει χαρούμενα και να τους λέει, μπαμπά, μαμά, είδα την εκκλησία, είναι πιο πίσω μας.

Ο πατέρας που οδηγούσε, ξαφνιασμένος και χαρούμενος παρ ολίγο να τρακάρει, πάτησε φρένα, σταμάτησε στη μεση του δρόμου, και κλαίγοντας αγκάλιασε το γιο του, αγκαλιάστηκαν όλοι μαζί, και έκλαιγαν από χαρά. Αφου συνήρθαν, έβαλαν όπισθεν και στράφηκαν πίσω, βρήκαν το ξωκλήσι και προσκύνησαν εκστασιασμένοι από το μεγάλο θαύμα. Από εκείνον τον καιρό, έγιναν τακτικοί επισκέπτες προσκυνητές του Αγίου της Λέμπας. Το περιστατικό συνέβηκε αρχές της δεκαετίας του 1990. Τώρα το παιδί που γιατρεύτηκε είναι μεγάλος, και αυτός όπως και οι γονείς του, επισκέπτεται την εκκλησία του Αγίου Στεφάνου σε κάθε γιορτή του Αγίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου